Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2015

Πέτα Πουλάκι.. Πέτα!



   Από μικρή είχα μια μανία με ότι κάνει νιάου, γαβ, κικιρίκου και τα συναφή. Δε ξέρω αν φταίει το γεγονός ότι στη βάφτιση μου όλα μου τα ρούχα είχαν πάνω γατιά και σκυλιά, αλλά σίγουρα ήταν ένας οιωνός..
  Κάθε Πάσχα πηγαίναμε στο χωριό μου. Φύση, χαμηλά σπιτάκια, ευγενικοί άνθρωποι, διάχυτη μυρωδιά κοπριάς στον αέρα, γιαγιάδες με άσπρα μαλλιά και κότες να τριγυρίζουν ευτυχισμένες. Το τελευταίο ιδιαίτερη εντύπωση μου έκανε καθώς ήταν πιο σύνηθες να διασταυρωθείς με κότα στον δρόμο παρά με αυτοκίνητο. Τώρα δεν ξέρω έχω χρόνια να πάω κατά κει...
  Φανταστείτε ένα σόι με 68 πρώτα ξαδέρφια περίπου ίδιας ηλικίας και το άτυχο 69 με απόκλιση το λιγότερο πενταετίας.. Ναι.. είμαι ο Βενιαμίν αυτής της οικογένειας. Αυτό για κάποιους από μας τους Βενιαμίν σε παγκόσμιο επίπεδο σημαίνει πολλά πράγματα. Μερικά από αυτά είναι:
1. Η' θα σου κάνουν όλα τα χατίρια ή θα σε αγνοούν επιδεικτικά.
2. Θα σου τσιμπήσουν τα μάγουλα μέχρι  να τουμπανιάσεις και να μοιάζεις λες και σε τσίμπησε μέλισσα και μετά θα σε παρατήσουν.
3. Ποτέ δε θα ρωτήσουν τη γνώμη σου, ακόμα κι αν γίνεις 38 και πρόεδρος πολυεθνικής.
4. Για κάθε ατυχές συμβάν φταις πάντα εσύ..
5. Εκεί που νομίζεις ότι σου δίνουν σημασία και πας να μπεις στον κόσμο των μεγάλων, κάποιος με φασιστικό ύφος σου κλείνει την πόρτα κατάμουτρα.
Με λίγα λόγια είσαι ένας μικρός κλόουν που περιφέρεται  μόνος γύρω από το τσίρκο και κρυφοκοιτάζει μέσα από τις τρύπες της τέντας..
Έτσι ένοιωθα κι εγώ.  Κι ακριβώς γι αυτό έκανα ότι βλακεία μπορείτε να βάλετε στο μυαλό σας. Αλλά μόνη μου. Χωρίς ίχνη..σχεδόν..
 
  Στην αυλή του σπιτιού ο θείος μου είχε ένα κλουβί μ' ένα καναρίνι. Φανταστείτε το πιο παχουλό και όμορφο καναρίνι του κόσμου. Υπέροχα κατακίτρινα γυαλιστερά φτερά και μια φωνή που θα ζήλευε κι ο Μάριος Φραγκούλης. Τώρα πάρτε αυτή τη φαντασίωση, τσαλακώστε τη και βάλτε της φωτιά..
Το καναρίνι του θείου μου ήταν κακομούτσουνο, τσουρομαδημένο κι άφωνο.
Αλλά εμένα μου άρεσε πολύ, επιβεβαιώνοντας το ''η αγάπη είναι τυφλή''. Δε ξέρω για τις άλλες, η δική μου πάντως ήταν θεότυφλη.
Πετούσε μόνο του σε σπασμένα κλαδιά, που με τέχνη είχαν τοποθετηθεί, πίνοντας που και που νεράκι, ξέρετε όλα αυτά που κάνουν τα πουλάκια. Καμιά φορά τραγούδαγε κιόλας. Πάντα φάλτσα..
Μα ήταν ένα φυλακισμένο πουλάκι. Ήταν κρίμα κι έπρεπε να το ελευθερώσω. Όχι για μένα αλλά για όλα τα φυλακισμένα πουλάκια του κόσμου.
  Εκείνο το μεσημέρι όλοι ήταν μαζεμένοι στο τραπέζι προσπαθώντας να συμπιέσουν στο ήδη γεμάτο, με κατσικάκι σούβλας κι αλλά διαιτητικά, στομάχι τους ένα τελευταίο κομμάτι τούρτας, από τα χρυσά χέρια της ξαδέρφης μου.
Βρήκα λοιπόν την ευκαιρία να πάω στο κλουβί..
''Μην ανησυχείς πουλάκι σε λίγο θα είσαι ελεύθερο'', του ψιθύρισα κι έβαλα το χέρι μου μέσα..
Δε ξέρω όμως τι κατάλαβε το πουλάκι μα τη στιγμή που έβαλα το χέρι μου να το πιάσω, το κλουβί μετατράπηκε σε πεδίο μάχης.. Εκεί που νόμιζα πως το είχα πιάσει, αυτό είχε πεταρίσει πιο δίπλα, με την μικρή του καρδούλα να πάλλεται σε ρυθμούς ποντιακού χορού. Πούπουλα ή έστω ότι είχε απομείνει από αυτά, πετούσαν στον αέρα, μα εγώ καταϊδρωμένη και αποφασισμένη θα έφτανα μέχρι το τέλος.
Αυτό που δεν υπολόγισα ήταν η φασαρία που είχε ξεσηκώσει όλο μου το σοι, και τα 68 ξαδέρφια, όλες τις ασπρομάλλες θείες, τις κότες, και τις δικιές μας αλλά και των γειτόνων, μα προπαντός του θείου μου, που πανικόβλητος έτρεξε να δει τι γίνεται. Αποτέλεσμα μια μάχη ανάμεσα με μένα και τον θείο μου, μια μάχη ανάμεσα σε μένα και το δύσμοιρο καναρίνι και μια μάχη ανάμεσα στο σφηνωμένο πλέον χέρι μου και το κλουβί...Ανάμεσα στις φωνές και τον πανικό , στα πούπουλα και στα αίματα, στο δράμα μιας ολόκληρης οικογένειας που είχε συντονιστεί στον παλμό της ιπτάμενης καρδιάς γράπωσα το καναρίνι και το τράβηξα έξω..''Πέτα πουλάκι πέτα!!!!''Φώναξα με όλη μου τη δύναμη..
Ακολούθησαν δευτερόλεπτα σιγής ενώ χιλιάδες  bookmakers εκείνη τη στιγμή βρέθηκαν μπροστά στο δίλλημα να ποντάρουν στο καναρίνι με βαθμό συντελεστή 10 ή ένα ξερό 0.25....Δεκάδες μάτια καρφώθηκαν στο πουλάκι που αντί να πετάξει έπαιζε κουτσό, στα γεμάτα με πούπουλα πλακάκια της αυλής..
Γίνεται όμως μετά από χρόνια σκλαβιάς να θυμάσαι τι πάει να πει ελευθερία; Ούτε αυτό θυμόταν..Μέσα στη σιωπή ο θείος μου έκανε δύο αποφασιστικά βήματα, ενώ εγώ τον κοιτούσα ζαβλακωμένη κρατώντας το ματωμένο μου χέρι, έβαλε τον μικρό μάρτυρα μέσα στις χούφτες του και τον τοποθέτησε απαλά ξανά μέσα στο κλουβί..
''Ώστε δεν θέλεις  να δεις τις γύρω αυλές ε;; ''σκέφτηκα θανάσιμα πληγωμένη..

  Σε λίγα λεπτά το μέρος είχε αδειάσει, μα μπορούσα ν' ακούσω καθαρά τα τελευταία μουρμουρητά των συγγενών μου. ''Ρεζίλι μας έκανε πάλι στον ξένο κόσμο..Αυτό το παιδί δεν έχει μυαλό για τίποτα''
Και είχαν περίπου δίκιο, γιατί εκείνη τη στιγμή δεν είχα τίποτα παρά μόνο δυο χούφτες γεμάτες ελευθερία. Τη δική μου και αυτή του καναρινιού. Μόνο που η δική μου ήταν ανοιχτή..

Εκείνο το βράδυ πέταξα στις γύρω αυλές με τα δικά του φτερά.




Σας έχω ποτέ πει πόσο αγαπώ τα ζώα;;