Παρασκευή 24 Ιουνίου 2011

Λύκοι Λαιβ

Φαντάζομαι πως όσοι δεν είχαν δει ποτέ τους Λύκους Λαιβ απόρησαν στο άκουσμα της εμφάνισης τους στον κινηματογράφο Ολύμπιον.. ’’Οι θεατές θα είναι καθιστοί’’ έγραφαν τα δελτία τύπου. Μα Αγγελάκας και να μη χοροπηδάς όρθιος ή ακόμα και στο ένα πόδι, λόγω έλλειψης χώρου δε γίνεται, θα μου πείτε.. Κι έχετε άδικο..

Στο Ολύμπιον βρέθηκα γύρω στις 8 παρά άσχετα αν η συναυλία άρχιζε στις 9.30. Σκέφτηκα πως θα έχει πολύ κόσμο, οπότε θεώρησα ορθό να κάτσω σε κομβικό σημείο που θα επέτρεπε την εύκολη πρόσβαση στο χώρο..
Οκ πάμε πάλι..
Έκατσα σαν μπάστακας ακριβώς μπροστά στην πόρτα και περίμενα ρίχνοντας κλεφτές ματιές γύρω μου και πίσω μου, 1ον για να μη μου φάνε τη θέση, 2ον για να μην αγγίξουν τη φωτογραφική μου, 3ον για να προλάβω να επιταχύνω και να πιάσω γρήγορα θέση.
Όπως και έγινε…
Ο κόσμος στην αρχή δεν ήταν αυτός που κάποιος θα περίμενε, γύρω στις 10 παρά όμως, η αίθουσα είχε γεμίσει.. Κι εκεί κάπου έσβησαν τα φώτα..





Οι Λύκοι

Οι μουσικοί ένας ένας ανέβηκαν στη σκηνή. Μια φωνή, 2 έγχορδα, σουρεάλ κρουστά κι ένα laptop.

Η αίθουσα βυθίστηκε σε απόλυτο σκοτάδι και νεκρική σιωπή . Ένα μικρό χειροκρότημα στην αρχή και μετά τίποτα. Και κάπου εκεί τη σιωπή έσπασε το τσέλο του Βελιώτη και οροθέτησε την αρχή ενός ταξιδιού που κράτησε 2+ ώρες..
Το τσέλο από μόνο του μπορεί να γίνει ένα πολύ νευρικό και αγχωτικό όργανο. Αν του κάνεις και μια ένεση ηλεκτρονικής παράνοιας, μαζί με εσώψυχους Αγγελακικούς στίχους, επιστρατεύσεις και λίγο την φαντασία σου, τότε άνετα βρίσκεσαι έγκλειστος σε δωμάτιο ψυχιατρείου να παρακολουθείς σκηνές από πειραματική ταινία του τμήματος κινηματογράφου. Εγώ τουλάχιστον έτσι ένιωσα. Κοιτώντας γύρω μου, παρατήρησα πως οι περισσότεροι είχαν βυθιστεί στο κάθισμα τους. Όχι από εκείνη τη νύστα της βαρεμάρας αλλά από εκείνη τη δίψα που έχει κανείς για να κάνει όνειρα. Όνειρα που βαδίζουν πάνω στους στίχους του ‘θέλω να είμαι η μουσική’, που ερωτεύονται στο ‘όταν ξυπνούν οι εραστές’ και δακρύζουν στο ‘κρίμα να μη είσαι εδώ’. Τα δάχτυλα του Βελιώτη βίαζαν το τσέλο ενώ το κοντραμπάσο του Coti σαν ηδονοβλεψίας κρυφοκοίταζε περιμένοντας σήμα από τα κρουστά του Βασίλη.. Περιμένοντας τον κατάλληλο στίχο από το στόμα του Γιάννη. "Μην ενοχλείστε κύριοι. Είναι ευχαρίστηση μου... κάθε βραδιά εδώ μπροστά σας να πεθαίνω"
Όλοι καθηλώθηκαν, κοιτώντας το πανί με τις ασυνάρτητες εικόνες, όλοι έγιναν πρόβατα που τα καταβρόχθισαν οι λύκοι της μουσικής, που τόσο όμορφα πάντρεψαν το λαϊκό, το κλασσικό, το ροκ , το έκαναν έναν τροχό με χρώματα που στροβιλίστηκε, το έκαναν λευκό , νότες , συναισθήματα. Κι όλα αυτά καθιστοί. Χωρίς φανφάρες χωρίς πολλά λόγια. Απλά, αληθινά. Με ένα σκέτο ευχαριστούμε. Χωρίς ζάχαρες και μέλια. Και για 2+ ώρες τα είπαν σχεδόν όλα.
Όταν τα φώτα άναψαν, το παραμύθι τέλειωσε. Έξω έβρεχε δυνατά.. Σ’έναν τοίχο διάβασα ‘ πού θα διασκεδάσεις τη θλίψη σου απόψε;’
Δεν απάντησα και πήρα το δρόμο για το σπίτι..






Τα συν+
Μου άρεσε που όλοι σεβάστηκαν τον χώρο και φεύγοντας πήραν μαζί τους τα άδεια κουτάκια μπύρας. Επίσης εντύπωση προκάλεσε το γεγονός πως κανείς μα κανείς δε κάπνισε μέσα στον κινηματογράφο. Το αφήνω ασχολίαστο γιατί με άφησε άφωνη..


Τα πλην-
Ο ήχος ήταν τουλάχιστον απαράδεκτος σε ορισμένες στιγμές. Λαθάκια με την ένταση, λίγο το κοντραμπάσο δυνατά λίγο η φωνή χαμηλά ε δε θέλει και πολύ να πονέσει το κακόμοιρο το αυτάκι να διαμαρτυρηθεί και τελικά να βουλώσει μουρμουρίζοντας ‘πάλι δίπλα στα ηχεία μ έφερες κακούργα ..δώρο στα 30 σου θα σου χαρίσω κοχλιακή εμφύτευση’..


Σούμα=



Γρύλιζε σαν θηρίο δεμένο η αγάπη μου
Κι άπλωνε στο κρεβάτι μου μια θάλασσα από αίμα
Έβλεπα τη φωτιά που ερχόταν κατά πάνω μου
Και δρόσιζα τη σκέψη μου με σένα...

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου